Παρασκευή 16 Ιουλίου 2010

Τα ξεχασμένα «Δεν ξεχνώ»

ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ http://www.kathimerini.com.cy/index.php?pageaction=kat&modid=1&artid=23447 Του Μιχάλη Χριστοδούλου
Τέτοιες ημέρες, κάθε χρόνο, το μυαλό μας στρέφεται χρόνια πίσω στην πιο πρόσφατη τραγική ιστορία της Κύπρου. Το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου αλλά και η τουρκική εισβολή της 20ης Ιουλίου δεν αφήνουν εμάς, τις νεότερες γενιές, να αναπνεύσουμε σε ένα αισιόδοξο περιβάλλον και σε μια χώρα που θα θέλαμε να προοδεύει ολόκληρη και όχι μισή. Είμαστε η γενιά που καταδικάστηκε να πληρώνει τα λάθη των προηγούμενων, που καλείται σε αβέβαια διλήμματα με «ναι» και «όχι» και διστακτικά «δεν ξέρω». 

Μεγάλωσα με τις μνήμες αυτές, τα δύσκολα διλήμματα, τις έντονες εξάρσεις συναισθημάτων σε μια χώρα μισή και πληγωμένη. Σε ένα νησί με ανθρώπους με δηλητηριασμένες και πληγωμένες ψυχές. Ανατράφηκα με τις αφηγήσεις εκείνων των ημερών αν και εγώ δεν τις έζησα. Γαλουχήθηκα με τα σύμβολα εκείνα που αποτυπώνονταν στο πρώτο μου τετράδιο στο δημοτικό, με τις λέξεις εκείνες που ηχούσαν στα αυτιά μας τότε τόσο δυναμικές, γεμάτες με νοήματα και αγανάκτηση για την αδικία που πραγματοποιήθηκε σε αυτό το νησί της ανατολικής Μεσογείου. Έζησα σχολικές γιορτές γεμάτες πατριωτισμό και εθνική υπερηφάνεια, με σημαίες και λάβαρα, με τις μαυρόασπρες φωτογραφίες εκείνων των ημερών, με δακρυσμένες μάνες, πρόχειρους προσφυγικούς καταυλισμούς, εικόνες αγνοουμένων, νεκρών και ηρώων.
Όλες αυτές οι στιγμές της παιδικής μου ηλικίας είναι ένα συνονθύλευμα που στοιχειώνει την ενηλικίωσή μου και με εμποδίζει σήμερα να συμβιβαστώ στα νέα δεδομένα. Γιατί; Γιατί με αυτά με μεγαλώσατε, αυτά μου μάθατε, έτσι μεγάλωσα μέσα από ένα εκπαιδευτικό σύστημα στο οποίο το συναίσθημα ήταν πάνω από οποιαδήποτε λογική η οποία ορθώνεται μπροστά μας σαν αδιέξοδο.
Θυμάμαι τη γιαγιά Ελένη να θρηνεί για τη στυγνή δολοφονία της δεκαεφτάχρονης κόρης της Ανδρούλας, μπροστά στα ίδια της τα μάτια. Δεν μπορώ να ξεχάσω τα μοιρολόγια αλλά και τις κουβέντες της από ένα γεγονός που μαζί με την προσφυγιά ήρθε να προστεθεί στον κατακρεουργημένο ψυχισμό της. Τα δικά μου καλοκαίρια, μέχρι που «έφυγε» η γιαγιά, τα περνούσα μαζί της στον προσφυγικό καταυλισμό του Αγίου Αθανασίου στη Λεμεσό. Οι μέρες αυτές ήταν πικρές…
Με την είσοδο μου στο σπίτι αντίκριζα εκείνη τη μαυρόασπρη φωτογραφία της θείας Ανδρούλας που κρεμόταν σαν εικόνισμα στον τοίχο του σαλονιού. Και η γιαγιά αγέρωχη στην πολυθρόνα της να μιλά για την Ανδρούλα της, ακόμα μέχρι την ώρα που ξεψύχησε. Με αυτό τον καημό έφυγε, να βρεθεί το άψυχο σώμα της κόρης της για να ησυχάσει, που μέχρι σήμερα παραμένει άγνωστο που έχει ταφεί.
Η φωτογραφία, το βλέμμα, η γαλήνια όψη της θείας Ανδρούλας, σε αυτή τη φθαρμένη φωτογραφία είναι για μένα η εισβολή. Η εισβολή στις ψυχές της δική μου οικογένειας, ο βιασμός μιας ολόκληρης ζωής, ενός ατέλειωτου θρήνου… 
Και φτάνω στο σήμερα. Μεγαλωμένος με αυτές τις εικόνες, με τον πατέρα μου πατριώτη και εθνικόφρων, να αναπολεί το χωριό του, τη μάνα μου να αναφέρεται για τις ζεστές μέρες της Μεσαρκάς και εγώ απλός ακροατής.
Σήμερα, που δώσαμε περισσότερη σημασία στην λατίνα τραγουδίστρια και που, πως και γιατί θα περιφέρει στα στρουμπουλά οπίσθιά της στα κατεχόμενα και τους δώσαμε την χαρά να μας αποπροσανατολίσουν, το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να τους στρέψω τα δικά μου και να ψιθυρίζω ακόμα εκείνο το σύνθημα αντίστασης που ξεθωριάζει σε αφίσες της πράσινης γραμμής. Για αυτά τα ξεχασμένα «Δεν ξεχνώ» οφείλει η δική μου γενιά να ασχοληθεί πέρα από πολιτικούς και όποιους βερμπαλισμούς και μεγαλοστομίες.
Γιατί; Γιατί ένα παιδάκι λίγα χρόνια πριν, μόλις άνοιξαν τα οδοφράγματα σε ερώτηση της δασκάλας να φτιάξει μια πρόταση με το «Δεν ξεχνώ» απάντησε: «Δεν ξεχνώ… το ψάρι που φάγαμε στο Μπογάζι». Και εγώ, δε θα ξεχάσω τις μέρες που αυτή η πατρίδα μαρτύρησε και μαρτυρεί σήμερα, με όλους αυτούς τους δήθεν επαναπροσεγγιστές και πατριώτες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου